Γυρίζω σπίτι μοναχός άλλη μια νύχτα.
Μια καληνύχτα σου γυρεύω ο φτωχός.
Ξεθεωμένος από ψέματα, παζάρια και καπνούς,
όλα τ' αδέσποτα ρωτώ μήπως σε είδαν.
Πού να σε βρω;
Κοντά στα κύματα θα χτίσω το παλάτι μου.
Θα βάλω πόρτες μ' αλυσίδες και παγώνια.
Και μες στη θάλασσα θα ρίξω το κρεβάτι μου,
γιατί κι οι έρωτες μου φάγανε τα χρόνια.
Νόμιζα πως μ' έπιασε ότι χειρότερο απεχθάνομαι. Ζήλια και κτητικότητα. Αλλά δεν ήταν αυτό.
Ήθελα απλά να πειστώ πως μπορείς να ξεπεράσεις τα όριά σου.
Έγινα απαίσιος, απαίσιος, πιο απαίσιος απ' ότι ήσουν κάποτε εσύ.
Ήθελα να σε κάνω να ξεκολλήσεις. Ή, να με σιχαθείς και να τελειώνει.
Αυτό το σπίτι με πειράζει. κι ότι περιέχει.
Αυτές οι νότες
που σας στέλνω με την άνωση
δεν έχουν πια κανένα μουσικό ενδιαφέρον.
Απ' τον καιρό του ναυαγίου
που αργά μας σώριασε τους δυo
ως κάτω στον βυθό
σαν βάρος έκπληκτο
το πιάνο του ολόφωτου υπερωκεανίου κι εγώ
έχουμε γίνει μάλλον μια διακόσμηση πυθμένος
μια υπόκωφη επίπλωση βυθού
ένα λουλούδι εξωτικό
ή ένα τεράστιο όστρακο
φωλιά ιπποκάμπων
διάδρομος ψαριών που όλο απορούν
μπρος στην ασπρόμαυρη αυτή μνήμη
του παπιγιόν των πλήκτρων του κολάρου.
Υπάρχουν άνθρωποι που ζουν μονάχοι
σαν το ξεχασμένο στάχυ.
Ο κόσμος γύρω άδειος κάμπος
κι αυτοί στης μοναξιάς το θάμπος.
Σαν το ξεχασμένο στάχυ,
άνθρωποι μονάχοι.
Έχω ανάγκη μια σου λέξη,
μια αλήθεια μες τις αυταπάτες,
και μια αγκαλιά να με γιατρέψει
από θανάσιμες αγάπες. Έχω ανάγκη να βουλιάξω
μέσα στο πιο βαθύ σου βλέμμα.
Απ' την αλήθεια να τρομάξω
και να φουντάρω σ' ένα ψέμα.
Γιατί δεν έρχεσαι ποτέ όταν σε θέλω;
Τραγούδι άγνωστο κι αγέννητη σιωπή.
Πίσω απ'τα μάτια, πίσω απ' της ζωής το βέλο
κρύβεσαι σα βροχή που στέγνωσε, το ξέρω.
Νεροποντή που περιμένω μια ζωή.
Γιατί δεν έρχεσαι;
... Ήθελα να φεύγω, να βγαίνω. Αλλά και πού να πας έξω. Ποιοι να σε κάνουν παρέα άμα δεν είσαι δικός τους; Όμως και τους δικούς μας δεν τους ήθελα. Δε γούσταρα το φοβισμένο αγρίμι που έπαιζε στο μάτι τους, δεν ήθελα να 'μαι έτσι κι εγώ. Γύρναγα λοιπόν μόνος μου, σαν το σκυλί εδώ κι εκεί, κάνα σινεμά, κάνα ουφάδικο... Σκατά.
Εσύ να λείπεις κάθε βράδυ από δω
κι εγώ ένα φάντασμα στον κόσμο του κλεισμένο.
Μια Πηνελόπη θολωμένη απ' το ποτό,
που έχει το μέλλον της σε σένα κερασμένο.
Κι αν βγω απ' αυτή τη φυλακή, κανείς δε θα με περιμένει.
Οι δρόμοι θα 'ναι αδειανοί κι η πολιτεία μου πιο ξένη.
Τα καφενεία όλα κλειστά κι οι φίλοι μου ξενιτεμένοι.
Αέρας θα με παρασέρνει κι αν βγω απ' αυτή τη φυλακή.
Σήμερα ξεκινά η απογραφή πληθυσμού της χώρας και θα διαρκέσει μέχρι τις 24 Μαΐου. Η απογραφή του 2011 έχει σύνθημα «Να είστε εκεί», επειδή οι περισσότεροι Έλληνες χρωστάνε τα μαλλιά της κεφαλής τους, με αποτέλεσμα να τους βροντάς τα κουδούνια και να κρύβονται. Επειδή υπάρχει ο κίνδυνος πολλοί πολίτες να φοβούνται να ανοίξουν την πόρτα - για να μην μπουκάρει ο ιδιοκτήτης που θα θέλει τα νοίκια ή ο διαχειριστής που θα ζητάει τα κοινόχρηστα των τελευταίων δέκα μηνών -, οι απογραφείς θα είναι ντυμένοι κολομπίνες και θα τραγουδάνε - για σύνθημα - τον ύμνο του ΕΛΑΣ.
Η ώρα ήρθε. Πόλη ξένη εξ' αρχής. Δεν έχει νόημα να προσπαθείς για κάτι που σε διώχνει. Μόσχευμα ασύμβατο... πώς να κρατηθεί; Αγώνας δίχως νόημα. Πείσμα χωρίς εγωισμό και με πολλή αγάπη. Λαβώματα απ' άλλους, γι' άλλους, κι από δικό σου χέρι. Πόσα ν' αντέξει ένα κορμί χωρίς να γύρει ούτε στιγμή. Ποτέ μπροστά σε άλλους. Και τώρα πάλι θα ντυθεί να κρύψει τα σημάδια θα φορτωθεί τα λάθη του και θα γυρίσει πίσω.
Μου λεν αν φύγω από τον κύκλο θα χαθώ.
Στα όριά του μοναχά να γυροφέρνω.
Και πως ο κόσμος είν' ανήμερο θεριό,
που όταν δαγκώνει εγώ καλά είναι να σωπαίνω.
Κι όταν φοβούνται πως μπορεί να τρελαθώ,
μου λεν να πάω κρυφά κάπου να κλάψω.
Και να θυμάμαι πως αυτό το σκηνικό
είμαι μικρός, πολύ μικρός για να τ' αλλάξω!
Σαν έξαφνα ώρα μεσάνυχτ' ακουσθεί αόρατος θίασος να περνά με μουσικές εξαίσιες, με φωνές - την τύχη σου που ενδίδει πια, τα έργα σου που απέτυχαν, τα σχέδια της ζωής σου που βγήκαν όλα πλάνες, μη ανοφέλετα θρηνήσεις. Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος, αποχαιρέτα την, την Αλεξάνδρεια που φεύγει.
Καληνύχτα αγάπη μου! Σήμερα ξαγρύπνησα όπως παλιά... σα να περίμενα με σφιγμένο το στομάχι μια σου λέξη... ένα δείγμα σκέψης... Ίσως να περίμενα απλά για να σου πω μια καληνύχτα.
Ο έρωτας είναι γνώση. Ο έρωτας είναι ευγένεια και αρχοντιά. Είναι το μειδίαμα της σπατάλης ενός φρόνιμου Άσωτου. Πως η φύση ορίζει το αρσενικό να γίνεται ατέλειωτη προσφορά και θεία στέρηση για το θηλυκό. Και το θηλυκό να κυνηγάει τις τύψεις του. Στον έρωτα όλα γίνονται για το θηλυκό. Η μάχη και η σφαγή του έρωτα έχει το νόημα να πεθάνεις το θηλυκό και να το αναστήσεις μέσα στα λαμπρά ερείπια των ημερών σου. Πάντα σου μελαγχολικός και ακατάδεχτος…
Παρατήστε με όλες σας! Δεν ξέρετε! Δεν τον γνωρίσατε ποτέ! Δε νιώσατε τη ζεστασιά του. Είναι μόνο δικός μου! Μόνο εγώ ξέρω! Εγώ μόνο φταίω! Εγώ είδα. Ένιωσα....
Προσπάθησε να κοιμηθεί αλλά ήταν αδύνατον. Η ώρα ήταν πέντε το απόγευμα. Στις 12 είχε γίνει η κηδεία της μητέρας του. Έναν ακριβώς χρόνο μετά από το θάνατο του πατέρα του. Σηκώθηκε από το κρεβάτι και άναψε τσιγάρο. Και δεύτερο. Και τρίτο.
Το σπίτι δεν τον χωρούσε. Έπρεπε να βγει έξω οπωσδήποτε. Κοιτάχτηκε στον καθρέφτη. Ήταν αξύριστος και τα μαλλιά του ανακατωμένα. Φόρεσε ό,τι βρήκε μπροστά του, χτενίστηκε και βγήκε έξω. Η σκύλα έκλαιγε πίσω από την κλειστή πόρτα, για να την πάρει μαζί του. «Συγγνώμη, κούκλα μου» της είπε και μετά την μάλωσε για να σταματήσει.
Όποιες διαφορές ή άλλα προβλήματα και να αντιμετώπιζε το ζευγάρι, ήταν τουλάχιστον απάνθρωπη η συμπεριφορά του άντρα που πέταξε την έγκυο γυναίκα του έξω από το αυτοκίνητό του μέσα στη νύχτα στην Εγνατία οδό στο τμήμα μεταξύ Κομοτηνής και Ξάνθης. Δεκάδες περαστικοί οδηγοί παραξενεύτηκαν βλέποντας μια γυναίκα με την κοιλιά "ως το στόμα" να κάνει ωτοστόπ...