Σαν προσευχή, λυπάμαι, σε ξέχασα...
σαν καρδιοχτύπι όμως σήμερα εδώ ήρθες.
Το χέρι σου 'πιασα, σε σφιχταγγάλιασα
κι ένα χαμόγελο απ' τα χείλη μου μου πήρες.
Το χέρι σου 'πιασα, σε σφιχταγγάλιασα
κι ένα χαμόγελο απ' τα χείλη μου μου πήρες.
- "Πέρασα δύσκολα."
- "Το ίδιο" απάντησα
- "Τα δάκρυα βρέξαν της αυλής μου το χώμα."
- "Να 'ξερες πόσο σε λαχτάρησα!"
Το ίδιο απάντησες και τράβηξα το πώμα.
Κρασί σου έβαλα, μου χαμογέλασες.
Είχα καβάτζα ένα μπουκάλι από τότε.
- "Τα δάκρυα βρέξαν της αυλής μου το χώμα."
- "Να 'ξερες πόσο σε λαχτάρησα!"
Το ίδιο απάντησες και τράβηξα το πώμα.
Κρασί σου έβαλα, μου χαμογέλασες.
Είχα καβάτζα ένα μπουκάλι από τότε.
- "Σε μια στιγμή μοιάζεις να γέρασες."
- "Το παθαίνω κι αυτό" σου 'πα, "πότε - πότε.
Παθαίνω κι άλλα.
- "Το παθαίνω κι αυτό" σου 'πα, "πότε - πότε.
Παθαίνω κι άλλα.
Ποτέ δεν έκατσες - ποτέ δεν έκατσα κι εγώ να μάθω."
- "Για ένα "εγώ" όλα τα έκαψες!"
- "Αφού είμαι τέτοιος, καλά να πάθω!
Δε βρήκα άκρη μακριά σου, όσο κι αν έψαξα
στη φασαρία και στη γαλήνη.
Τα γράμματά σου ποτέ δεν τα 'καψα.
Άσε τι έλεγα όταν γέμιζε η σελήνη!"
- "Τα αντίγραφά σου κι εγώ δεν τα 'σκισα.
Μέσα στην κούτα τα 'χω πάνω στο πατάρι.
Απ`τα τσιγάρα κι απ' τα ξίδια χολή έφτυσα."
- "...κι εγώ που νόμιζα δεν έπαιρνες χαμπάρι..."
- "Εσύ όλο νόμιζες!
- "Για ένα "εγώ" όλα τα έκαψες!"
- "Αφού είμαι τέτοιος, καλά να πάθω!
Δε βρήκα άκρη μακριά σου, όσο κι αν έψαξα
στη φασαρία και στη γαλήνη.
Τα γράμματά σου ποτέ δεν τα 'καψα.
Άσε τι έλεγα όταν γέμιζε η σελήνη!"
- "Τα αντίγραφά σου κι εγώ δεν τα 'σκισα.
Μέσα στην κούτα τα 'χω πάνω στο πατάρι.
Απ`τα τσιγάρα κι απ' τα ξίδια χολή έφτυσα."
- "...κι εγώ που νόμιζα δεν έπαιρνες χαμπάρι..."
- "Εσύ όλο νόμιζες!
Ποτέ δε κοίταγες τι ήταν κρυμμένο πίσω απ' τις λέξεις!"
- "Κι εσύ όλα τα 'ξερες και μόνο ζήταγες.
Ποτέ δε ρώτησες: "μπορείς ν' αντέξεις;"
- "Κι εσύ όλα τα 'ξερες και μόνο ζήταγες.
Ποτέ δε ρώτησες: "μπορείς ν' αντέξεις;"
Ένιωσα άσχημα.
Κουβέντα άλλαξα.
Σε ρώτησα τι κάνει η λευκή μας σαύρα.
Μου 'πες ζευγάρωσε.
Σε ρώτησα τι κάνει η λευκή μας σαύρα.
Μου 'πες ζευγάρωσε.
Βρέθηκε θηλυκό
που τον εβάφτισε κι αυτόνα άντρα.
που τον εβάφτισε κι αυτόνα άντρα.
- "Το σπίτι τι έγινε;
Του άλλαξες χρώματα;"
- "Τα πάντα άλλαξα, μα δεν μπορώ να μείνω!
Έχει ακόμα αναμνήσεις κι αρώματα
και στη θύμησή σου αργοσβήνω..."
- "Τα πάντα άλλαξα, μα δεν μπορώ να μείνω!
Έχει ακόμα αναμνήσεις κι αρώματα
και στη θύμησή σου αργοσβήνω..."
- "Αργά το σκέφτηκες!
Τα χείλη σου έβρεξες από πηγή που δεν ήτανε δικιά μου!
Λες και θα έχανες, γρήγορα έτρεξες!
Βιάστηκες βλέπεις να σβήσεις τη φωτιά μου!"
- "Τα ίδια έκανες;
Λες και θα έχανες, γρήγορα έτρεξες!
Βιάστηκες βλέπεις να σβήσεις τη φωτιά μου!"
- "Τα ίδια έκανες;
Τα ίδια άρχισες;"
- "Τα ίδια δεν έκανα, τα ίδια όμως αρχίζω!
Ήσουν για μένα λουλούδι ξέχωρο
κι όταν σκέφτομαι πως σ' άγγιξε άλλος εγώ λυγίζω.
Για σένα ήπια δηλητήρια πολλά.
Αυτό λυπάμαι όμως, δεν το πίνω!
Τα πράγματα εντέλει δεν ήρθαν βολικά.
Τούτη η κουβέντα με πονά γι`αυτό και την αφήνω..."
- "Τα ίδια δεν έκανα, τα ίδια όμως αρχίζω!
Ήσουν για μένα λουλούδι ξέχωρο
κι όταν σκέφτομαι πως σ' άγγιξε άλλος εγώ λυγίζω.
Για σένα ήπια δηλητήρια πολλά.
Αυτό λυπάμαι όμως, δεν το πίνω!
Τα πράγματα εντέλει δεν ήρθαν βολικά.
Τούτη η κουβέντα με πονά γι`αυτό και την αφήνω..."
- "Τα τραγουδάκια σου τι κάνουνε;"
Σου 'πα: "καλά είναι.
Σου 'πα: "καλά είναι.
Ζουν και ταξιδεύουν.
Χέρι με χέρι εκεί που πρέπει φτάνουνε.
Βλέπεις κι αυτά τ' απάγγειο τους γυρεύουν..."
Χέρι με χέρι εκεί που πρέπει φτάνουνε.
Βλέπεις κι αυτά τ' απάγγειο τους γυρεύουν..."
Η ώρα μου 'πες ότι πέρασε
και θα περάσουν όπου να 'ναι να σε πάρουν.
Τούτη η στιγμή χειρότερα με γέρασε.
Η πεθυμιά κι ο εγωισμός μεταξύ τους κοντράρουν.
Τα μάτια ακόμα δε σε χόρτασαν.
- "Πάρτους τηλέφωνο λιγάκι ν' αργήσουν!"
Τα δάκρυα μέσα σου δε χώρεσαν
κι άρχισαν πάλι να ξεχειλίζουν.
Η κόρνα βάρεσε.
και θα περάσουν όπου να 'ναι να σε πάρουν.
Τούτη η στιγμή χειρότερα με γέρασε.
Η πεθυμιά κι ο εγωισμός μεταξύ τους κοντράρουν.
Τα μάτια ακόμα δε σε χόρτασαν.
- "Πάρτους τηλέφωνο λιγάκι ν' αργήσουν!"
Τα δάκρυα μέσα σου δε χώρεσαν
κι άρχισαν πάλι να ξεχειλίζουν.
Η κόρνα βάρεσε.
Τ' αστέρια σβήσανε.
Λες και το φως το πήρες μαζί σου.
Ο ουρανός μου ξανασκοτείνιασε.
Να κυνηγάω άρχισα την πνοή σου.
Άφησα την αυλή.
Λες και το φως το πήρες μαζί σου.
Ο ουρανός μου ξανασκοτείνιασε.
Να κυνηγάω άρχισα την πνοή σου.
Άφησα την αυλή.
Στους τοίχους κλείστηκα
κι έπιασα πάλι στο χέρι μου...
κι έπιασα πάλι στο χέρι μου...
μ' αυτήνα λέει αποκοιμήθηκα,
όμως με ξύπνησε η άλλη μέρα.
Το όνομά σου σιγοτραγούδησα
κι ονειροκρίτη άνοιξα να το εξηγήσω.
Τ' όνειρο που 'δα με ταλαιπώρησε.
Άντε να δω πώς θα ηρεμήσω...
Το όνομά σου σιγοτραγούδησα
κι ονειροκρίτη άνοιξα να το εξηγήσω.
Τ' όνειρο που 'δα με ταλαιπώρησε.
Άντε να δω πώς θα ηρεμήσω...
Μέθυσος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου