Πέμπτη 16 Ιουνίου 2011

ΕΓΩ ΚΙ ΕΣΥ. Ή... ΕΣΥ ΚΙ ΕΓΩ

Γράφω αργά, σταθερά, απλοϊκά. Δε γράφω σαν και σένα με κομμένη την ανάσα. Τα γραφτά σου είναι στρόβιλος.
Όπως στρόβιλος και συ στο στρόβιλο.
Ίσως νά 'χεις μεγαλύτερη δύναμη. Ίσως να σ’ έχω αδικήσει, όπως είχες πει.
Εγώ έχω κόψει τους δεσμούς μου με τα πράμματα. Με τους ανθρώπους πράγματα.
Με τα γύρω που με κόβουν.
Χρειάστηκα δύναμη πολλή γι’ αυτό. Γράφω αργά, σταθερά απλοϊκά. Μπορώ κι αντέχω.




Αλλά εγώ σαν κινηθώ πραγματικά, εγώ γκρεμίζω.
Γίνομαι στρόβιλος κι εγώ.
Με κομμένη την ανάσα εγώ δρω. Εγώ τ' αλλάζω τα πράμματα.
Εσύ δεν έχεις κόψει. Δεν τα αλλάζεις τα πράμματα. Είσαι μέσα σ’ αυτά.
Γίνεσαι ένα μ’ αυτά. Αλλά σε ξέρω καλά.
Είσαι πολύ μακριά από όλα τούτα. Πρέπει να χρειάστηκες πολύ δύναμη για να το κάνεις και ίσως περισσότερη από μένα.
Μπορείς κι αντέχεις. Εσύ διάλεξες έτσι. Διάλεξες να σκίζεσαι. Σπας τον εαυτό σου χίλια κομμάτια.
Δεν τα αλλάζεις τα πράμματα, αφήνεσαι να σε αλλάζουν. Εσύ που είδες άλλο πράμα
διαφορετικό.
Και δε σε καταπίνουν.
Γιατί περπάτησες και σύ στο κομμένο το σκοινί επάνω.
Παίζεις τη ψυχή σου στο δικό σου τριπ.
Ίσως να την παίζεις από μένανε διαφορετικά.
Αλλά πάντως την παίζεις.
Όμως για να το κάνω χρειάστηκε να ξαναρχίσω να γράφω κι εγώ. και να διαβάσω μερικά απ’ τα γραφτά σου.
Με κομμένη την ανάσα...
Γι' αυτό και τα γραφτά χρειάζονται κι αυτά καμμιά φορά. Για να καταλαμβαίνω το μεταξύ.
Γιατί τυπώνεις την ανάσα στο χαρτί καμμιά φορά κι όχι στην καρδιά και φεύγει και το προσωπείο της λεκτικής μας επαφής.
Γι αυτό μη σκίζεις πάντα τα χαρτιά σου κι ας θέλεις δύναμη γι' αυτό.
Αντί για κάποιον που σε ξέρει και χωρίς αυτά, όχι για κάποιον τρίτο, είσαι η ίδια συ μες στο χαρτί.
Για κάποιον που σε ξέρει και μπορεί να δει, κι έχει τη δύναμη να το παραδεχτεί. Γιατί συχνά με πιάνεις και πιανόμαστε, σε πιάνω και πιανόμαστε. Μονάχα σα σωπαίνουμε και όχι σα μιλάμε.
Σαν είναι άδειο το μυαλό μου και σου ξεβιδωθούν τα μάτια. Αλλά δε συμβαίνει κάθε μέρα τούτο. Ίσως κάποτε καταλάβεις.
Αλλά ακόμη είμαστε εκεί και τα γραφτά χρειάζονται κι αυτά.
Εμάς τα γραφτά μας είναι διαφορετικά.
Αλλά χρειάζονται διά το μεταξύ μας.
Για μένα που με ξέρεις.
Για σένα που σε ξέρω.
Ανάποδα το γράφω απ’ ό,τι τό 'πα πριν.
Για κάποιον τρίτο τα χαρτιά δε χρειάζονται καθόλου.
Όντως παρατήρησα κι αυτό. Στα γραφτά σου το τολμάς και ακουμπάς τα πάντα.
Και εμένα δεν τολμάς να μ΄ ακουμπήσεις.
Πάντως εγώ τολμώ και σ' ακουμπώ.
Δεν ξέρω ποιο είναι το καλύτερο ή κι αν είναι το ίδιο ακριβώς.
Ή, αν υπάρχει το καλύτερο.
Αρα είναι έτσι.
Αρκούμαι σ’ αυτό.




Νικόλας Άσιμος
Αναζητώντας Κροκανθρώπους (Απόσπασμα)

Δεν υπάρχουν σχόλια: